Τι σημαίνει το handväska στο Σουηδικό;
Ποια είναι η σημασία της λέξης handväska στο Σουηδικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του handväska στο Σουηδικό.
Η λέξη handväska στο Σουηδικό σημαίνει τσάντα, τσάντα, τσάντα, σούφρωμα χειλιών, τσάντα, πορτοφόλι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης handväska
τσάντα(γυναικεία) Hon öppnade sin handväska för att ta upp sin plånbok. Άνοιξε την τσάντα της για να βγάλει το πορτοφόλι της. |
τσάντα(γυναικεία) |
τσάντα
|
σούφρωμα χειλιών
|
τσάντα
Jag tror jag har lite växel i min väska. Νομίζω πως έχω μερικά ψιλά στην τσάντα μου. |
πορτοφόλι
|
Ας μάθουμε Σουηδικό
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του handväska στο Σουηδικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Σουηδικό.
Ενημερωμένες λέξεις του Σουηδικό
Γνωρίζετε για το Σουηδικό
Τα σουηδικά (Svenska) είναι μια βορειο-γερμανική γλώσσα, η οποία ομιλείται ως μητρική από 10,5 εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν κυρίως στη Σουηδία και σε μέρη της Φινλανδίας. Οι Σουηδοί ομιλητές μπορούν να κατανοήσουν Νορβηγόφωνους και Δανούς. Τα σουηδικά είναι στενά συνδεδεμένα με τα δανικά και τα νορβηγικά, και συνήθως όποιος καταλαβαίνει ένα από τα δύο μπορεί να καταλάβει σουηδικά.