Τι σημαίνει το doom στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης doom στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του doom στο Αγγλικά.

Η λέξη doom στο Αγγλικά σημαίνει μοίρα, καταδίκη, καταστροφή, καταδικάζω, είμαι καταδικασμένος, απογοήτευση, καταδικάζω σε αποτυχία, Κασσάνδρα, διαβάσω αδιάκοπα δυσάρεστες ειδήσεις, σαν από βίτσιο, αδιάκοπη ανάγνωση δυσάρεστων ειδήσεων, σαν από βίτσιο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης doom

μοίρα

noun (person: death) (ευφημισμός: θάνατος)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The knight faced the dragon, sure he was looking his doom in the eye.
Ο ιππότης κοίιταξε τον δράκο, σίγουρος πως αντίκριζε το τέλος του κατάματα.

καταδίκη

noun (terrible fate)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Sisyphus's doom was to spend eternity rolling a rock up a mountain.
Η αιώνια καταδίκη του Σίσυφου ήταν να κυλάει έναν βράχο πάνω σε ένα βουνό.

καταστροφή

noun (failure)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Poor financial management led to the company's doom.
Η κακή οικονομική διαχείριση οδήγησε στην καταστροφή της επιχείρησης.

καταδικάζω

(often passive (condemn to [sth]) (κπ/κτ σε κτ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A poor education system doomed the children to a life of low-paid work. We are doomed to continue making the same mistakes.
Το ανεπαρκές εκπαιδευτικό σύστημα καταδίκασε τα παιδιά σε μια ζωή χαμηλόμισθης εργασίας.

είμαι καταδικασμένος

transitive verb (often passive (to death or terrible fate) (εγώ ο ίδιος)

(ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.)
The child was doomed from the moment of his birth.
Το παιδί ήταν καταδικασμένο απ' τη στιγμή της γέννησής του.

απογοήτευση

noun (informal (pessimistic outlook)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

καταδικάζω σε αποτυχία

verbal expression (often passive (cause to fail)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Not having the right people for the job doomed the project to failure.
Το έργο ήταν καταδικασμένο να αποτύχει καθώς δεν είχαν τα κατάλληλα άτομα.

Κασσάνδρα

noun (pessimistic person) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

διαβάσω αδιάκοπα δυσάρεστες ειδήσεις, σαν από βίτσιο

transitive verb (compulsively read bad news)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

αδιάκοπη ανάγνωση δυσάρεστων ειδήσεων, σαν από βίτσιο

noun (compulsively reading bad news)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του doom στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.