Τι σημαίνει το torn στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης torn στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του torn στο Αγγλικά.
Η λέξη torn στο Αγγλικά σημαίνει σκισμένος, διαλυμένος, αποδιοργανωμένος, δάκρυ, δάκρυα, σκίσιμο, σκίζω κτ από, δακρύζω, σκίζομαι, σχίζομαι, τρέχω, παθαίνω τράβηγμα σε κτ, σκίζω, τραβάω, τραβώ, τραβάω, τραβώ, είμαι σε δίλλημα, χωρίζω, είμαι διχασμένος, καταρρακώνομαι, σκισμένος, ξεσκισμένος, συντετριμμένος, διαλυμένος, καταρρακωμένος, συντετριμμένος, κατεδαφισμένος, σκισμένος, σκισμένος, σκισμένος, ταραγμένος, αναστατωμένος, που μαστίζεται από πολέμους, χώρα που έχει πληγεί από τον πόλεμο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης torn
σκισμένοςadjective (with a tear or tears) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) The young man was wearing torn jeans. Ο νεαρός άντρας φορούσε σκισμένο τζιν. |
διαλυμένος, αποδιοργανωμένοςadjective (disrupted) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) |
δάκρυnoun (drop of water from eyes) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) A tear ran down his cheek. Ένα δάκρυ έτρεξε στο μάγουλό του. |
δάκρυαplural noun (sadness, weeping) (μεταφορικά) (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) If the England team don't win this match, there'll be tears. Θα έχουμε δάκρυα αν δεν κερδίσει η αγγλική ομάδα. |
σκίσιμοnoun (rip) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) There's a tear in my jacket. Το μπουφάν μου έχει ένα σχίσιμο. |
σκίζω κτ απόtransitive verb (rend, rip) He tore the page from the book. Έσχισε τη σελίδα από το βιβλίο. |
δακρύζωintransitive verb (US (form tears) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) It was so cold my eyes started tearing. |
σκίζομαι, σχίζομαιintransitive verb (become torn) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) This page is tearing: I need some tape. |
τρέχωintransitive verb (informal (move fast) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) The car tore down the street. Το αυτοκίνητο κατέβαινε τρέχοντας τον δρόμο. |
παθαίνω τράβηγμα σε κτtransitive verb (damage: ligament) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) She's torn her knee, and won't be able to play. |
σκίζωtransitive verb (rip: clothing) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) He tore his shorts climbing a tree. |
τραβάω, τραβώtransitive verb (pull up) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) She tore the weeds from the ground. |
τραβάω, τραβώtransitive verb (wrench) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) He tore a leg from the chicken and started eating. |
είμαι σε δίλλημαtransitive verb (figurative (distress) (εγώ ο ίδιος) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) I'm torn as to whether I should go or stay. |
χωρίζωtransitive verb (figurative (divide) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) The country was torn in two by the issue. Η χώρα είχε χωριστεί στα δύο εξ αιτίας αυτού του ζητήματος. |
είμαι διχασμένοςverbal expression (figurative (person: be conflicted) (ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) She was torn in two over having to decide which of her parents she would live with. |
καταρρακώνομαιverbal expression (figurative (person: feel devastated) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) I was torn in two when she left me. |
σκισμένος, ξεσκισμένοςadjective (informal (ripped to pieces) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) |
συντετριμμένοςadjective (figurative (ravaged) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Following the guerilla insurgencies, little remained of the torn-apart colony. |
διαλυμένοςadjective (figurative (separated) (μεταφορικά) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Divorces can result in torn-apart families, living in separate parts of the country. Τα διαζύγια οδηγούν σε διαλυμένες οικογένειες που ζουν σε διαφορετικά σημεία της χώρας. |
καταρρακωμένος, συντετριμμένοςadjective (informal, figurative (emotionally devastated) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) She was torn apart over her mother's death. |
κατεδαφισμένοςadjective (structure: demolished) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) The streets of torn-down houses gave way to shiny new tower blocks. |
σκισμένοςadjective (detached by ripping) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Emily put the torn-off strip from the bottom of the bill in an envelope with a cheque. |
σκισμένοςadjective (detached by ripping) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Oliver threw the torn-out pages from the magazine in the bin. |
σκισμένοςadjective (ripped to pieces) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Fragments of the torn-up letter fluttered in the wind. |
ταραγμένος, αναστατωμένοςadjective (emotionally upset) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) I'm torn up because my boss won't increase my salary. |
που μαστίζεται από πολέμουςadjective (ravaged by war) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
χώρα που έχει πληγεί από τον πόλεμοnoun (nation marked by conflict) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του torn στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του torn
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.